Αγης Μάρκου
Τα προϊόντα των τραπεζών έναντι των κλασσικών καταθέσεων.
Σε άτοκους λογαριασμούς πρώτης ζήτησης παραμένει η πλειονότητα της ρευστότητας των νοικοκυριών, παρά τις εναλλακτικές επιλογές που μπορούν να τους προσφέρουν ένα σταθερό εισόδημα.
Τα στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδος για την πορεία της καταθετικής βάσης τους τελευταίους μήνες είναι αποκαλυπτικά.
Ο Χατζηδάκης καλεί τους καταθέτες να αναζητήσουν μορφές αποταμίευσης με μεγαλύτερο όφελος
Από τα 141,2 δισ. ευρώ που τηρούσαν τα φυσικά πρόσωπα στο τέλος Αυγούστου στις ελληνικές τράπεζες, τα 106,6 δισ. ευρώ βρίσκονταν παρκαρισμένα στο Ταμιευτήριο και σε τρεχούμενους λογαριασμούς, όπου το μέσο σταθμισμένο επιτόκιο διαμορφώνεται σε 0,02%.
Τα υπόλοιπα 34,6 δισ. ευρώ, δηλαδή μόλις το 24%, ήταν τοποθετημένα σε προθεσμιακές καταθέσεις, στις οποίες η μέση ετησιοποιημένη απόδοση είναι σαφώς υψηλότερη, κινούμενη στη ζώνη του 1,50% – 1,70%.
Ο υπουργός Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών Κωστής Χατζηδάκης, σε πρόσφατη συνέντευξη τύπου, κάλεσε τους καταθέτες να αναζητήσουν μορφές αποταμίευσης, οι οποίες χωρίς ρίσκο μπορούν να τους αποφέρουν μεγαλύτερο όφελος.
Σημείωσε επίσης ότι και οι τράπεζες θα πρέπει να επικοινωνήσουν καλύτερα τα εναλλακτικά καταθετικά / επενδυτικά προγράμματα που διαθέτουν.
Η αλήθεια είναι πως σήμερα υπάρχει πληθώρα επιλογών για την εξασφάλιση ενός καλύτερου επιτοκίου ακόμη και για μικρά πορτοφόλια.
Οι αποταμιευτές μπορούν να απευθυνθούν στην τράπεζα συνεργασίας τους και να βρουν την κατάλληλη λύση που ταιριάζει στο προφίλ τους, ώστε χωρίς τον κίνδυνο απώλειας του αρχικού τους κεφαλαίου, να διεκδικήσουν μία ικανοποιητική απόδοση.
Τα εργαλεία μέσω των οποίων μπορεί να επιτευχθεί αυτός ο στόχος, είναι τα εξής:
1. Προθεσμιακές καταθέσεις
Στο τρέχον περιβάλλον σύσφιξης της νομισματικής πολιτικής από την ΕΚΤ, οι τράπεζες έχουν προχωρήσει σε σημαντικές αυξήσεις στα επιτόκια των λογαριασμών προθεσμίας σε σχέση με το 2022.
Μπορεί από τον περασμένο Μάρτιο, μετά τον πρώτο κύκλο αναπροσαρμογών τους, οι μεταβολές να είναι μικρές, ωστόσο ευκαιρίες υπάρχουν.
Με βάση τα τελευταία στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδος, το μέσο επιτόκιο για προϊόντα διάρκειας έως και 1 έτος ανέρχεται σε 1,50%, ενώ για μεγαλύτερης διάρκειας προγράμματα φτάνει το 1,73%.
Σήμερα στην αγορά είναι διαθέσιμοι λογαριασμοί προθεσμίας που προσφέρουν αποδόσεις έως και 2,50%, ακόμη και για μικρά ποσά, για διάστημα που φτάνει έως τους 24 μήνες.
2. Έντοκα γραμμάτια ελληνικού δημοσίου
Πρόκειται για την πλέον αποδοτική επενδυτική επιλογή χωρίς κανένα ρίσκο για το αρχικό κεφάλαιο.
Οι αποδόσεις των τίτλων που μπορούν να αποκτήσουν οι αποταμιευτές προσεγγίζουν πλέον το 4%.
Μάλιστα, οι τόκοι δεν επιβαρύνονται με φόρους, όπως ισχύει με τις τραπεζικές καταθέσεις, όπου εφαρμόζεται συντελεστής 15%.
Η αγορά εντόκων γραμματίων μπορεί να γίνει με δύο τρόπους:
Πρώτον, κατά τη δημοπρασία τους, καθώς το ΥΠΕΘΟ δίνει πλέον τη δυνατότητα και σε φυσικά πρόσωπα να συμμετάσχουν στη σχετική διαδικασία, κερδίζοντας μάλιστα το ίδιο επιτόκιο που απολαμβάνουν οι θεσμικοί επενδυτές.
Στην έκδοση αυτής της εβδομάδας η ετησιοποιημένη απόδοση στους εξάμηνους τίτλους ανήλθε σε 3,90%, ενώ στα έντοκα γραμμάτια ετήσιας διάρκειας στις αρχές του μήνα είχε φτάσει το 3,81%.
Στην προκειμένη περίπτωση ωστόσο ισχύει πλαφόν στο ύψος της αποταμίευσης, στα επίπεδα των 15.000 ευρώ, ενώ ο ενδιαφερόμενος θα πρέπει να κάνει εγγραφή κατά την περίοδο της έκδοσης.
Δεύτερον, μέσω της δευτερογενούς αγοράς. Ανά πάσα στιγμή μπορεί ο καθένας, με μικρά ποσά, ακόμη και λιγότερα από 5.000 ευρώ, να αποκτήσει έντοκα γραμμάτια.
Σε αυτήν την περίπτωση δεν υπάρχει ανώτατο όριο στο ύψος της επένδυσης, ωστόσο η τελική απόδοση είναι συνήθως χαμηλότερη κατά 10 – 30 μονάδες βάσης, λόγω των εξόδων για την εκτέλεση της συναλλαγής και του κέρδους του πωλητή.
Για να αποκτήσει κάποιους τίτλους στη δευτερογενή αγορά θα πρέπει να απευθυνθεί σε τράπεζα ή χρηματιστηριακή εταιρεία.
3. Προϊόντα εγγυημένου κεφαλαίου
Με τα προγράμματα της κατηγορίας, οι καταθέτες μπορούν χωρίς ρίσκο για το αρχικό τους κεφάλαιο, να διεκδικήσουν υψηλότερες αποδόσεις σε σχέση με τις προθεσμιακές καταθέσεις.
Ειδικότερα, τα χρήματά τους είναι εγγυημένα από την τράπεζα που εκδίδει το προϊόν, ενώ στις τελευταίες εκδόσεις προσφέρεται και μία ελάχιστη ετησιοποιημένη απόδοση που φτάνει το 0,50%.
Από εκεί και πέρα, η τελική απόδοση εξαρτάται από την πορεία ενός συνδεδεμένου χρηματοοικονομικού δείκτη, που μπορεί να είναι μία ισοτιμία ή μία ομάδα μετοχών.
Με τα συγκεκριμένα προϊόντα δηλαδή, ο αποταμιευτής το μόνο που έχει να ρισκάρει είναι τους τόκους που θα έχανε εάν πχ. έβαζε τα χρήματά του σε μία προθεσμιακή κατάθεση.
Στο καλό σενάριο όμως μπορεί να κερδίσει ακόμη και διψήφιες αποδόσεις, χωρίς να έχει αναλάβει κανένα ρίσκο για το κεφάλαιό του.
Οι διάρκειες αυτών των προγραμμάτων ποικίλουν από 6 μήνες έως και 4 χρόνια.
4. Ομολογιακά αμοιβαία κεφάλαια διανομής μερίσματος
Αν και στην προκειμένη περίπτωση το αρχικό κεφάλαιο δεν είναι διασφαλισμένο, τα προϊόντα της κατηγορίας δίνουν τη δυνατότητα υψηλών αποδόσεων σε ένα βάθος χρόνου, που μπορεί να φτάσει έως και τα 5 έτη.
Το ρίσκο σχετίζεται με το κίνδυνο χρεοκοπίας των εκδοτών των ομολόγων στα οποία επενδύει το αμοιβαίο κεφάλαιο. Ωστόσο, μέσω της διασποράς του χαρτοφυλακίου, οι κίνδυνοι μειώνονται.
Επίσης πλεονέκτημα των αμοιβαίων κεφαλαίων που διαθέτουν τους τελευταίους μήνες οι τράπεζες είναι ότι προσφέρουν κάθε χρόνο μέρισμα στους μεριδιούχους.
Για το 2023 και το 2024 υπόσχονται επιστροφή κεφαλαίου της τάξης του 3% – 3,5%. Με τον τρόπο αυτό ο επενδυτής κερδίζει ένα σταθερό εισόδημα.
Τα συγκεκριμένα προϊόντα ενδείκνυνται στην τρέχουσα συγκυρία υψηλών επιτοκίων. Με αυτά ο επενδυτής έχει διπλό όφελος:
Πρώτον, από τα μερίσματα που προσδοκά ότι θα εισπράττει κάθε χρόνο
Δεύτερον, από τα κεφαλαιακά κέρδη που αναμένεται να προκύψουν όταν ξεκινήσει η αποκλιμάκωση των επιτοκίων από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα.
Πηγή: ΟΤ