

ΡεπορτάζΓιάννης Μπασκάκης
Το «Όχι» του Μαξίμου σε Προανακριτική για το σκάνδαλο του ΟΠΕΚΕΠΕ, υποκύπτοντας στην πίεση από Βορίδη – Αυγενάκη, εντείνει την εσωκομματική κριτική. Το μπλοκάρισμα του αιτήματος της Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας και η αλλαγή ρητορικής σε σχέση με το «μοντέλο Τριαντόπουλου»
χι μόνο δεν λέει να κοπάσει, αλλά χτυπάει «κόκκινο» ο πολιτικός «καύσωνας» που επικρατεί στο εσωτερικό του κυβερνώντος κόμματος μετά το ξέσπασμα του σκανδάλου του ΟΠΕΚΕΠΕ.
Το μέγαρο Μαξίμου υπέκυψε τελικά στην αφόρητη πίεση που δέχτηκε από τους δύο ελεγχόμενους πρώην υπουργούς Μάκη Βορίδη και Λευτέρη Αυγενάκη και είπε εντέλει «Όχι» σε Προανακριτική για το σκάνδαλο του ΟΠΕΚΕΠΕ (την οποία αντικαθιστά με εξεταστική), μπλοκάροντας έτσι ουσιαστικά το αίτημα της Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας για ποινική διερεύνηση της υπόθεσης που αφορά τη συγκεκριμένη περίοδο 2019-2024 και τα συγκεκριμένα πρόσωπα των δύο πρώην υπουργών και πάει να τη θάψει μέσα στον ωκεανό της «διερεύνησης» πολιτικών, κατ’ αρχήν, ευθυνών (και όχι ποινικών) που θα ξεκινάει από το… 1998.
Δυσαρέσκεια
Με αυτόν τον τρόπο είναι προφανές ότι το Μαξίμου αποφεύγει μεν το ενδεχόμενο ρήξης κυρίως με τον Μ. Βορίδη (ο οποίος είχε φροντίσει να στείλει τα αυστηρά του τελεσίγραφα προς τον πρωθυπουργό), όμως καθόλου δεν αποφεύγει την έντονη δυσαρέσκεια και τη δυσφορία «γαλάζιων» βουλευτών και στελεχών που ενοχλήθηκαν έτι περαιτέρω από τους νέους αυτούς κυβερνητικούς χειρισμούς.
Σε κατ’ ιδίαν συζητήσεις, βουλευτές της ΝΔ, ασκούν σφοδρή κριτική στο μέγαρο Μαξίμου, μην κρύβοντας την απογοήτευσή τους για το γεγονός ότι δεν επικράτησε, όπως επισημαίνουν, η λογική και δεν διευκολύνθηκε η ευρωπαϊκή εισαγγελία, αλλά δόθηκε το έδαφος στην κοινωνία να ασκήσει κριτική στην κυβέρνηση για συγκάλυψη.
«Αθώωση»
Στο ίδιο πλαίσιο «γαλάζιοι» βουλευτές, θεωρούν λανθασμένη την εκτίμηση που γίνεται σε κυβερνητικά κλιμάκια ότι «ο κόσμος δεν ενδιαφέρεται για τον ΟΠΕΚΕΠΕ» και σημειώνουν ότι μέσα στην απόφαση του μεγάρου Μαξίμου για τη στάση που θα κρατούσε σε σχέση με την υπόθεση, θα έπρεπε να υπάρχει η λέξη «Προανακριτική» και όχι να προκριθεί, όπως αναφέρουν, η εκ των προτέρων αθώωση των δύο πρώην υπουργών μέσω της σύστασης εξεταστικής επιτροπής.
Μάλιστα στελέχη της ΝΔ θυμίζουν και τις παλιότερες δηλώσεις της Ντόρας Μπακογιάννη ότι οι «εξεταστικές επιτροπές δε λειτουργούν στην Ελλάδα», ενώ «γαλάζιοι» βουλευτές καταλογίζουν στον στενό πυρήνα του Μαξίμου, ότι υπάρχει σαφές πρόβλημα στάθμισης, σε σχέση με τέτοιες αποφάσεις και δεν αποκλείουν να δούμε και νέες «γαλάζιες» διαρροές στις σχετικές ψηφοφορίες που είναι μυστικές.
Διάχυση ευθυνών
Το μέγαρο Μαξίμου, δια του κυβερνητικού εκπροσώπου, ισχυρίστηκε ότι η πρωτοβουλία της κυβέρνησης «δεν αποκλείει κανέναν από καμία ευθύνη, δεν συγκαλύπτει τίποτα. Συγκάλυψη είναι να προβαίνεις σε ενέργειες που κρύβουν τη δική σου περίοδο. Αλλά ας έχουν το πολιτικό θάρρος κόμματα τα οποία κυβέρνησαν, όπως το ΠΑΣΟΚ και ο ΣΥΡΙΖΑ και επί των ημερών τους η Ελλάδα και επί των δικών τους ημερών και επί των δικών μας ημερών πλήρωσε πολύ ακριβά πρόστιμα, να κάνουμε αυτή τη συζήτηση, με τους μάρτυρες που πρέπει να καταθέσουν για όσο χρόνο χρειαστεί».
Ωστόσο κατέστησε έτσι σαφές ότι η στόχευση της παρούσας κυβέρνησης μέσω της εξεταστικής, δεν είναι παρά να προβάλει για άλλη μια φορά το γνωστό της αφήγημα περί «διαχρονικών ευθυνών» και να προσπαθήσει τη διάχυση των ευθυνών για το σκάνδαλο του ΟΠΕΚΕΠΕ και στα άλλα κόμματα.
Σε αυτό το πλαίσιο, η κυβέρνηση ετοιμάζεται να απορρίψει τις όποιες προτάσεις της αντιπολίτευσης για Προανακριτική (επομένως για τα ίδια πραγματικά περιστατικά δεν θα μπορεί να συσταθεί ούτε στο μέλλον Προανακριτική) και άρα αντί της διερεύνησης ποινικών ευθυνών που ζητάει η Ευρωπαϊκή Εισαγγελία για τη συγκεκριμένη περίοδο (2019-2024) και τα συγκεκριμένα πρόσωπα των δύο υπουργών, να οδηγήσει την υπόθεση σε μια αχανή εξεταστική από το 1998, για διερεύνηση πολιτικών ευθυνών γενικώς κι αορίστως. Όσο για το επιχείρημα της κυβέρνησης ότι η εξεταστική, εφόσον προκύψουν στοιχεία από αυτή, δεν αποκλείει το ενδεχόμενο να υπάρξει συνέχεια και με μία προανακριτική, δε μπορεί να διασκεδάσει τις εντυπώσεις.
Κίνδυνος παραγραφής
Πόσο μάλλον όταν η εξεταστική, με δεδομένο τον όγκο από το 1998 που θα κληθεί να διερευνήσει αναμένεται να διαρκέσει πολλούς μήνες. Και βέβαια εδώ, ακόμα και «γαλάζια» στελέχη επισημαίνουν τον κίνδυνο παραγραφής. Διότι μπορεί ο κυβερνητικός εκπρόσωπος να υποστήριξε ότι «δεν υπάρχει κίνδυνος παραγραφής γιατί επί των δικών μας ημερών άλλαξε το Σύνταγμα», όμως υπάρχει και η τοποθέτηση του Προέδρου της Βουλής Νικήτα Κακλαμάνη, ο οποίος εξήγησε ότι στις 6 Οκτωβρίου «κατά τους ευρωπαίους εισαγγελείς είναι αποσβεστική ημερομηνία για τον έναν εκ των δύο εγκαλούμενων συναδέλφων» (δηλαδή για τον Μ. Βορίδη).
Ουσιαστικά, λόγω της καθυστέρησης της κυβέρνησης να τροποποιήσει τον νόμο περί ευθύνης υπουργών και να τον προσαρμόσει στο αναθεωρημένο άρθρο 86 του Συντάγματος, το μέγαρο Μαξίμου αναλαμβάνει το ρίσκο να ισχύσουν ως ευνοϊκότερες οι προϊσχύουσες διατάξεις του νόμου, που όριζαν βραχύτερη αποσβεστική προθεσμία.
Αλλαγή ρητορικής
Και μπορεί, η κυβέρνηση, για να δικαιολογήσει την επιλογή της για εξεταστική, να υποστηρίζει τώρα ότι «στη Βουλή κάθε μέρα έρχονται πολλές δικογραφίες, δεν σημαίνει ότι κάθε δικογραφία πρέπει να καταλήγει στο φυσικό δικαστή», όμως η νέα αυτή ρητορική της έρχεται σε πλήρη αντίθεση με όσα έλεγε μέχρι τώρα. Ότι δηλαδή οι υπουργοί δεν πρέπει «να έχουν διαφορετική αντιμετώπιση από τους υπόλοιπους πολίτες» και άρα ότι θα πρέπει να παραπέμπονται «στον φυσικό δικαστή», μέσω Προανακριτικής κατά το περιβόητο «μοντέλο Τριαντόπουλου».
Και βέβαια το γεγονός ότι τώρα το μέγαρο Μαξίμου υποχρεώνεται να αλλάξει ρητορική, επιβεβαιώνει και τη δύσκολη θέση στην οποία έχει περιέλθει, προσπαθώντας να ισορροπήσει σε απόκρημνα εσωκομματικά σημεία κι ενώ η ένταση στο «γαλάζιο» εσωτερικό, αυξάνεται.
IN.GR