Η εξωτερική πολιτική της Τουρκίας είναι μία και συγκεκριμένη και βασίζεται στους εξής τρεις στόχους: στρατηγική ανεξαρτησία, δύναμη και ευημερία
Στον Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν αρέσουν τα… άλλα λόγια να αγαπιόμαστε. Από τη θέση του αδικημένου διεκδικεί, με την ταυτότητα του προύχοντα χαρίζει και με την εξυπνάδα και την πονηριά της αλεπούς αλλάζει στρατόπεδα ανάλογα με την εποχή, τα συμφέροντα και τις ανάγκες της Τουρκίας.
Για του λόγου το ασφαλές, πριν πάει στο Βίλνιους της Λιθουανίας για τη σύνοδο του ΝΑΤΟ, είχε πει ότι δεν θα δώσει την έγκριση του για την ένταξη της Σουηδίας στη Συμμαχία, αν δεν λάμβανε από τους συμμάχους του στον οργανισμό έγγραφη στήριξη της τουρκικής υποψηφιότητας για την ένταξη στην ΕΕ.
Αυτό γράφει ο αναλυτής Στίβεν Α. Κουκ στο Foreign Policy ότι ζήτησε ο Τούρκος πρόεδρος, συγκεκριμένα, από τον Τζο Μπάιντεν, πριν τον αφήσει με το στόμα ανοιχτό, πηγαίνοντας εκεί και δίνοντας το πράσινο φως για την σουηδική ένταξη, χωρίς οι ΗΠΑ και τα υπόλοιπα ευρωπαϊκά μέλη του ΝΑΤΟ να υποσχεθούν τίποτα.
Πριν αλέκτορα φωνήσαι… ο Ερντογάν μετά το τέλος της συνόδου είπε, ούτε λίγο ούτε πολύ, ότι δεν συμφώνησε με ότι ακριβώς όλοι οι άλλοι ανακοίνωσαν, αλλά ότι η σουηδική ένταξη θα πρέπει να περιμένει τη σύγκλιση της Μεγάλης Εθνικής Συνέλευσης της Τουρκίας τον Οκτώβριο.
Εξωτερική πολιτική με συγκεκριμένους στόχους
Όλα αυτά τα μπρος πίσω, που κυριάρχησαν στη διεθνή ειδησεογραφία του μήνα, δεν σημαίνουν ότι ο Τούρκος πρόεδρος αλλάζει γνώμη με το διαφορετικό φύσημα του ανέμου.
Αν κάτι είναι σαφές από την κυβέρνηση της Άγκυρας εδώ και πάρα πολλά χρόνια είναι ότι η εξωτερική πολιτική της είναι μία και συγκεκριμένη και βασίζεται στους εξής τρεις στόχους: στρατηγική ανεξαρτησία, δύναμη και ευημερία. Με απλά λόγια ο Ερντογάν ξέρει πάρα πολύ καλά που θέλει να πάει την Τουρκία, απλά πειραματίζεται σχετικά με το ποιος είναι ο καλύτερος τρόπος να φτάσει εκεί.
Επί της ουσίας η τουρκική εξωτερική πολιτική έχει περάσει τέσσερις διαφορετικές φάσεις από τότε που το κόμμα Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης (ΑΚΡ) ανέβηκε στην εξουσία τον Νοέμβριο του 2002, με μια επείγουσα ανάγκη ένταξης στην ΕΕ. Στη συνέχεια η Άγκυρα θέλησε να αναδείξει την Τουρκία ως μεγάλη δύναμη όλης της Μέσης Ανατολής, μια στάση που διαφοροποιήθηκε το 2013, οδηγώντας σε μια δεκαετία έντασης ανάμεσα στην χώρα του Ερντογάν και τις άλλες δυνάμεις της περιοχής.
Ήταν η περίοδος που ο Τούρκος πρόεδρος και το ΑΚΡ προωθούσε την Τουρκία ως παράγοντα δημοκρατίας και σταθερότητας εκεί, πριν επιδιώξει την πρόσφατη επαναπροσέγγιση μαζί τους, μαζί με το γνωστό παιχνίδι επικίνδυνης ισορροπίας ανάμεσα στις ΗΠΑ και τη Ρωσία.
Οι 4 φάσεις της Τουρκίας προς τα έξω
Στην πρώτη φάση, ο Ερντογάν και το AKP προσπάθησαν να επιτύχουν τους στόχους τους μέσω της ένταξης στην ΕΕ. Η αλήθεια είναι ότι υπάρχει μεγάλη και έντονη συζήτηση μεταξύ των αναλυτών για το αν ο Ερντογάν και το κόμμα του ήθελαν πραγματικά την ένταξη στο μπλοκ.
Η αλήθεια είναι ότι μια τέτοια εξέλιξη θα εξασφάλισε στην Τουρκία την πολυπόθητη ευημερία, γι’ αυτό και τόσοι πολλοί Τούρκοι υποστήριξαν τις συνταγματικές και νομικές μεταρρυθμίσεις το 2003 και το 2004, γράφει το αμερικανικό περιοδικό.
Αυτό αποδεικνύει περίτρανα η περίπτωση της Ελλάδας που μπορεί το 2010 να σκόνταψε πάνω στην οικονομική κρίση, ωστόσο ακόμα και τότε το ΑΕΠ της ήταν το διπλάσιο από το αντίστοιχο της Τουρκίας, σημειώνει ο Κουκ.
Από τη στιγμή όμως που η ευρωπαϊκή προοπτική της Τουρκίας έλαβε γοργά τέλος λόγω των ευρωπαϊκών αντιδράσεων και της τουρκικής αμφιθυμία, η Άγκυρα έστρεψε το 2005 ολοκληρωτικά την προσοχή της στη Μέση Ανατολή, όπου ήδη διεκδικούσε ηγετικό ρόλο στα εδάφη της.
Η Τουρκία στη Μέση Ανατολή
Για μια συγκεκριμένη χρονική περίοδο ο Ερντογάν πέτυχε τον παραπάνω στόχο του, ιδιαίτερα από τη στιγμή που τον συνέδεσε με τον παλαιστινιακό αγώνα. Μάλιστα, υπήρχαν τότε σκέψεις για μια σχετική συνεργασία ανάμεσα στην Τουρκία και τις ΗΠΑ, καθώς περιφερειακοί αναλυτές θεωρούσαν ότι η Άγκυρα είχε στη Μέση Ανατολή το κύρος που η Ουάσιγκτον υπολειπόταν.
Ωστόσο, πολλά πήγαν λάθος στη συνέχεια, πρώτα με τη δήλωση του τότε υπουργού Εξωτερικών, Αχμέτ Νταβούτογλου, ότι «θα συνεχίσουμε να είμαστε ο αφέντης, ο ηγέτης και ο υπηρέτης της νέας Μέσης Ανατολής… και μια νέα ζώνη ειρήνης, σταθερότητας και ευημερίας θα περιβάλλει την Τουρκία» και μετά με την ανατροπή του Αιγύπτιου Μοχάμεντ Μόρσι από το στρατό της χώρας.
Οι περισσότεροι στον αραβικό κόσμο μπορεί να θαύμαζαν τον Εντογάν και το ΑΚΡ, αλλά κανείς δεν ήθελε την Τουρκία αφέντη των Αράβων της Μέσης Ανατολής, γράφει το Foreign Policy.
Από την άλλη πλευρά η Τουρκία είχε επενδύσει στον Μόρσι, ηγετικό μέλος της Μουσουλμανικής Αδελφότητας, γι’ αυτό και εκνευρίστηκε ιδιαιτέρως με τη Σαουδική Αραβία και τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα που ενθάρρυναν την ανατροπή του, αλλά και για τις ΗΠΑ που έκλεισαν τα μάτια.
Η Άγκυρα γυρίζει την πλάτη
Κάπως έτσι η Τουρκία προχώρησε στην επόμενη φάση, στη διάρκεια της οποίας αναζήτησε τη στρατηγική ανεξαρτησία της, τη δύναμη και την ευημερία μακριά από την περιοχή στην οποία πιο πριν ήθελε τον ρόλο του ηγέτη της.
Η Τουρκία έδωσε καταφύγιο στους ηγέτες της Μουσουλμανικής Αδελφότητας και άλλους Αιγύπτιους αντιφρονούντες, υπονομεύοντας τη διάδοχη κατάσταση εξουσίας στην Αίγυπτο υπό το στιβαρό χέρι του Αμπντέλ Φατάχ αλ Σίσι, ενώ έπαιξε το ρόλο του προστάτη στην διεθνώς αναγνωρισμένη κυβέρνηση της Λιβύης, την οποία οι Σαουδάραβες, οι Αιγύπτιοι και οι Εμιρατιανοί δεν ήθελαν.
Κι ενώ οι σχέσεις της Τουρκίας με κάποιες από τις σημαντικότερες χώρες της Μέσης Ανατολής υπέστησαν πλήγμα, το εμπόριο παρέμεινε δυνατό, ιδιαίτερα με το Ισραήλ και την Αίγυπτο.
Η συμμαχία Αιγύπτου, Ελλάδας Κύπρου, Ισραήλ, Γαλλίας, Ηνωμένων Αραβικών Εμιράτων και Σαουδικής Αραβίας με τη μορφή του Φόρουμ Φυσικού Αερίου της Ανατολικής Μεσογείου κατάφερε τελικά να απομονώσει την Τουρκία, που αποφάσισε ότι οι «καυγάδες» με τη Μέση Ανατολή δεν άξιζαν τον κόπο και ότι η επαναπροσέγγιση με τους Σαουδάραβες, τους Εμιραρτιανούς, τους Ισραηλινούς και τους Αιγύπτιους ίσως φέρουν επενδύσεις από τον Περσικό Κόλπο και καλύτερες σχέσεις με την Ουάσιγκτον.
Νέο ανακάτεμα της τράπουλας
Η στάση του Ερντογάν προς τη Μέση Ανατολή μπορεί να άλλαξε, ωστόσο παρέμεινε συνεπής στη θέση του όσον αφορά την προσέγγιση του στη Ρωσία, που θεωρεί ότι μπορεί να τον βοηθήσει στην ανεξαρτησία της Τουρκίας και στο παγκόσμιο κύρος που τόσο πολύ λαχταρά.
Χωρίς να κακοκαρδίσει την Ουκρανία στην οποία συνέχισε να πουλά οπλικό εξοπλισμό με τη σέσουλα, ο Ερντογάν ουδέποτε στήριξε τις κυρώσεις της Δύσης κατά της Ρωσίας για τον πόλεμο, που ξεκίνησε τον Φεβρουάριο του 2022, ενώ φρόντισε να έχει πρωταγωνιστικό ρόλο στην συμφωνία της Μαύρης θάλασσας για τα σιτηρά, διορθώνοντας μερικώς το οικονομικό κακό, που έχει ενσκήψει στην Τουρκία από την ανορθόδοξη οικονομική μέθοδο των χαμηλών επιτοκίων, που ακολούθησε ο ίδιος επί μακρόν πεισματικά.
Η σύνοδος του ΝΑΤΟ στο Βίλνιους του έδωσε την ευκαιρία για επιπλέον παζάρια με στόχο τα αμερικανικά F16 αλλά και την ανανέωση της συνεργασίας ανάμεσα στην Τουρκία και την ΕΕ, που μπορεί να τρέξει την πολυπόθητη Τελωνειακή Ένωση και να δώσει νέα πνοή στη διαδικασία ένταξης στην ΕΕ, συμπεριλαμβανόμενης της απελευθέρωσης της βίζας.
Αν μη τι άλλο, όπως καταλήγει το αμερικανικό περιοδικό, ο Ερντογάν μπορεί κάλλιστα, τουλάχιστον σε επίπεδο εξωτερικής πολιτικής, να πει «αποστολή εξετελέσθη».
in.gr