

Γράφει ο Λευτέρης Θ. Χαραλαμπόπουλος
Μία ακόμη αναβολή στην εκδίκαση (ή μη εκδίκαση εάν προτιμάτε) της υπόθεσης με τις υποκλοπές μέσω Predator
Αναβλήθηκε, για άλλη μία φορά, η εκδίκαση της υπόθεσης των υποκλοπών με χρήση του παράνομου κατασκοπευτικού λογισμικού Predator στο Μονομελές Πρωτοδικείο Αθηνών, απομακρύνοντας ακόμη περισσότερο στον χρόνο την απόδοση ευθυνών για αυτή την υπόθεση.
Βεβαίως, το ίδιο το γεγονός της συγκεκριμένης εκδίκασης δύσκολα μπορεί να θεωρηθεί πλήρης απόδοση ευθυνών. Στα μάτια αρκετών φαντάζει ως η ολoκλήρωση μιας συντονισμένης προσπάθειας συγκάλυψης ενός από τα μεγαλύτερα σκάνδαλα παρακολουθήσεων στην πρόσφατη ιστορία.
Και αυτό γιατί στο Μονομελές Πρωτοδικείο δικάζονται απλώς οι εκπρόσωποι των εταιρειών που σχετίζονται με το παράνομο λογισμικό Predator.
Ως εάν η παρακολούθηση του Νίκου Ανδρουλάκη, κορυφαίων υπουργών, ανώτατων αξιωματικών, δικαστικών, δημοσιογράφων και επιχειρηματιών να ήταν απλώς μια ιδιωτική υπόθεση κάποιων προσώπων.
Παραβλέποντας ότι τέτοιες μορφές λογισμικού παγκοσμίως μόνο κυβερνήσεις και κρατικοί οργανισμοί μπορούν να χρησιμοποιήσουν. Άλλωστε, γι’ αυτό το «πελατολόγιο» προορίζονται, καθώς, συνήθως, μόνο αυτό έχει τη δυνατότητα να καλύψει και το κόστος τους.
Γνωρίζω καλά ότι η κυβερνητική πλευρά επικαλείται ότι εν τέλει η δίωξη αυτή, με αυτά τα χαρακτηριστικά, γίνεται στη βάση πορίσματος με την υπογραφή της Εισαγγελίας του Αρείου Πάγου και επομένως δεν μπορεί να γίνει κάτι άλλο. Γνωρίζω, όμως, πολύ καλά και την οξεία κριτική που δέχτηκε αυτό το πόρισμα.
Και αυτό όχι μόνο γιατί τα στοιχεία που ήρθαν στο φως, τα περισσότερα από τη δημοσιογραφική έρευνα και όχι από την ενεργοποίηση των διωκτικών αρχών, έδειξαν άμεσες συνδέσεις με κυβερνητικά κέντρα, του Μεγάρου Μαξίμου συμπεριλαμβανομένου, αλλά και γιατί η κοινή λογική υποδεικνύει ότι η χρήση τέτοιου λογισμικού και ο κατάλογος των ανθρώπων που στοχοποιήθηκαν, παραπέμπει σε κάτι που έχει να κάνει με τους διαδρόμους της κυβερνητικής εξουσίας και όχι απλώς με «παραβατικότητα» ιδιωτών.
Αποδεικνύοντας για άλλη μια φορά ότι μια διακυβέρνηση που ξεκίνησε με την επίκληση της «κανονικότητας» πολύ σύντομα υπέκυψε στον πειρασμό της συστηματικής παραβατικότητας.
Η κυβέρνηση του Κυριάκου Μητσοτάκη πίστεψε ότι το θέμα αυτό – όπως με έναν τρόπο και τα Τέμπη – έκλεισε με το αποτέλεσμα των εκλογών του 2023. Αντιμετώπισε, δηλαδή, την εκλογική της νίκη, ως τελεσίδικο απαλλακτικό βούλευμα.
Μόνο που οι κοινωνίες δεν λειτουργούν έτσι. Ακόμη και εάν κάποιες στιγμές δείχνει να κυριαρχεί ο κυνισμός του «ούτως ή άλλως οι κυβερνήσεις μας παρακολουθούν όλους», αυτό δεν σημαίνει ότι δίνουν και συγχωροχάρτι.
Οι πολίτες αντιλαμβάνονται απολύτως και την κυβερνητική αυθαιρεσία και την επί της ουσίας περιφρόνηση για τους θεσμούς και τη σταθμίζουν αναλόγως. Και ακόμη και με φαινομενική καθυστέρηση έρχονται και τοποθετούνται. Με την αυστηρότητα που αναλογεί σε όσους συστηματικά αρνήθηκαν να κάνουν πράξη την «κανονικότητα» που υποσχέθηκαν.
IN.GR











