
«Οσο η Τουρκία έχει εκκρεμές casus belli απέναντι στην Ελλάδα», δεν μπορεί να συμμετάσχει στο πρόγραμμα SAFE, επέμεινε και από τις Βρυξέλλες ο Κυριάκος Μητσοτάκης.
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης επανέλαβε από τις Βρυξέλλες, κατά τη συνέντευξη Τύπου την οποία παραχώρησε μετά τη λήξη της Συνόδου Κορυφής της Ευρωπαϊκής Ενωσης, ότι «η Τουρκία δεν πληροί τις προϋποθέσεις για την ένταξη στο πρόγραμμα SAFE», εκφράζοντας την επιθυμία του η τουρκική πλευρά να αλλάξει στάση σχετικά με το casus belli (στη φωτογραφία του Δημήτρη Παπαμήτσου/Γραφείο Τύπου Πρωθυπουργού/Eurokinissi, επάνω, ο Κυριάκος Μητσοτάκης στη Σύνοδο Κορυφής).
«Δε χρειάζεται να επαναλάβω ότι όσο η Τουρκία έχει εκκρεμές casus belli απέναντι στην Ελλάδα, όσο αμφισβητείται η κυριαρχία ελληνικών νησιών στο Αιγαίο, προφανώς και δεν μπορούμε να συμφωνήσουμε σε μια τέτοια συμμετοχή», είπε.
Για μια ακόμη φορά ο κ. Μητσοτάκης συνέδεσε το casus belli με τη συμμετοχή της Τουρκίας στο SAFE
«Μακάρι η Τουρκία να άλλαζε άποψη για τα ζητήματα αυτά, για να μπορέσουμε να μπούμε σε μια ουσιαστική συζήτηση για το θέμα αυτό. Αυτό, όμως, δεν προβλέπω να γίνεται στο άμεσο μέλλον», πρόσθεσε.
Σημείωσε επίσης ότι «ήδη έχουμε κάνει σημαντικά βήματα ως προς την υλοποίηση μιας κοινής ευρωπαϊκής αμυντικής πολιτικής με την ενσωμάτωση της εθνικής ρήτρας διαφυγής και την προώθηση του προγράμματος SAFE».
Ενα εργαλείο, όπως το χαρακτήρισε, «που ενθαρρύνει τις χώρες της Ευρώπης να συμμετέχουν σε συμπράξεις και κοινές παραγγελίες».
Οσον αφορά το οικονομικό σκέλος, σχολίασε πως «δεν είμαστε ακόμη στο σημείο να έχει ωριμάσει η ιδέα για ένα ευρωπαϊκό αμυντικό ταμείο κοινής χρηματοδότησης για έργα ευρωπαϊκής κοινής ωφέλειας. Εγώ πάντως θα συνεχίσω να παρουσιάζω αυτήν την πρόταση, να τη συζητάμε και πιστεύω ότι θα έρθει η ώρα της».
Για το στεγαστικό…
Αναφερόμενος στο στεγαστικό, δήλωσε ότι «η ελληνική κυβέρνηση έχει ξεδιπλώσει ένα εμπεριστατωμένο σχέδιο για την αντιμετώπιση του στεγαστικού προβλήματος, το οποίο αντιμετωπίζει ένα οξύ πρόβλημα από την πλευρά της ζήτησης και της προσφοράς. Το μέτρο το οποίο θα υλοποιηθεί στα τέλη Νοεμβρίου, η επιστροφή ενοικίου, είναι μια πολύ σημαντική πρωτοβουλία τόνωσης του εισοδήματος, αλλά δεν είναι το μόνο μέτρο που υλοποιούμε».
Ζήτησε, όπως είπε, από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή «να μπορέσει να δημιουργήσει μια βάση δεδομένων για να μπορέσουμε να εξετάσουμε και να συζητήσουμε με άλλες χώρες ποιες πολιτικές ήταν αποτελεσματικές».
Διευκρίνισε ότι «Αυτά είναι ζητήματα πρωτίστως εθνικής πολιτικής. Πιστεύω όμως ότι η Ευρώπη έχει έναν ρόλο να παίξει, δίνοντάς μας σε πρώτη φάση μεγαλύτερη ευελιξία στη χρήση, ενδεχομένως, ευρωπαϊκών προγραμμάτων, παραδείγματος χάρη για επισκευές σπιτιών, χωρίς να είμαστε αυστηρά περιορισμένοι αυτές οι επισκευές να αφορούν μόνο ενεργειακή αναβάθμιση».
Υποσχέθηκε «εξαγγελίες από την ελληνική κυβέρνηση σε αυτήν την κατεύθυνση σχετικά σύντομα, καθώς πιστεύω ότι μπορεί να βρεθούμε στην πρώτη γραμμή τέτοιων πρωτοβουλιών, έχοντας βέβαια τη σύμφωνη γνώμη της Ευρώπης».
Και κατέληξε: «Εν όψει του επόμενου πολυετούς προγράμματος – αναφέρομαι τώρα στην τρέχουσα περίοδο, στο τρέχον ΕΣΠΑ -, αλλά ενόψει του επομένου προϋπολογισμού, το να εξερευνήσουμε και ευρωπαϊκά χρηματοδοτικά εργαλεία για την αντιμετώπιση του προβλήματος της στέγασης πιστεύω ότι θα είναι μία από τις προτεραιότητες που θα συζητήσουμε όταν θα έρθει η ώρα να κάνουμε τη συζήτηση για τον νέο ευρωπαϊκό προϋπολογισμό».
…και την ενεργειακή μετάβαση
Για την ενεργειακή μετάβαση είπε πως «Θέλουμε να είμαστε φιλόδοξοι (…), αλλά πρέπει να είμαστε ρεαλιστές, να μην υπονομεύσουμε την ανταγωνιστικότητα της ευρωπαϊκής βιομηχανίας και σίγουρα να μην προκαλέσουμε κοινωνικές αναταράξεις επιβάλλοντας ένα δυσβάσταχτο κόστος στα νοικοκυριά και στις επιχειρήσεις μας».
Εξήγησε ότι «Υπάρχουν σήμερα δοκιμασμένες τεχνολογίες, οι οποίες μπορούν να προωθηθούν πολύ γρήγορα και οι οποίες έχουν θετικό οικονομικό αντίκτυπο και μπορούν να μας βοηθήσουν να μειώσουμε το κόστος της ενέργειας. Οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, για παράδειγμα, σήμερα, μας βοηθούν ως Ελλάδα να μειώσουμε το κόστος ενέργειας στην πατρίδα μας. Το ίδιο ισχύει και για τις υπόλοιπες ευρωπαϊκές χώρες».
Σχετικά με την πρωτοβουλία του για τη συνάντηση παράκτιων χωρών της περιοχής μας, τόνισε ότι «Το υπουργείο Εξωτερικών θα είναι σε θέση να παρουσιάσει έναν πιο σαφή οδικό χάρτη γι’ αυτήν την σκέψη, την οποία παρουσίασα. Δεν θα πρέπει να μας εκπλήσσει ως Ελλάδα μια τέτοια πρωτοβουλία, διότι η Ελλάδα είχε συμμετάσχει και έχει δρομολογήσει αρκετά πολυμερή σχήματα».
Και πρόσθεσε: «Προφανώς θα ήμασταν πολύ ανοιχτοί να υπάρχουν κι άλλες χώρες της Ανατολικής Μεσογείου που θα ήθελαν να συμμετάσχουν, να εξετάσουμε κάτι τέτοιο. Υπάρχει όμως μία απαράβατη προϋπόθεση, για να μπορέσει αυτή η πρωτοβουλία να τελεσφορήσει και να καταλήξει τελικά:
»ο ένας απαράβατος όρος είναι ο αδιαπραγμάτευτος σεβασμός στο διεθνές δίκαιο, το δίκαιο της θάλασσας, γιατί πρέπει να υπάρχει ένα βασικό πλαίσιο συζητήσεων. Από κει και πέρα υπάρχουν κι άλλα θέματα που μπορούν να συζητηθούν, λιγότερο ακανθώδη, όπως η κλιματική κρίση».
IN.GR












