

ΡεπορτάζΓιάννης Μπασκάκης
Η παρουσία του Κυρ. Μητσοτάκη στη Βουλή και οι αναφορές του με το βλέμμα στην έντονη δυσαρέσκεια κομματιού της βάσης της ΝΔ για τα ζητήματα εξωτερικής πολιτικής, αλλά και στην κριτική των δύο πρώην πρωθυπουργών.
Μπορεί σε πρώτο επίπεδο η συζήτηση στη Βουλή να αφορούσε την πολιτική αντιπαράθεση της κυβέρνησης με την αντιπολίτευση για τα ζητήματα εξωτερικής πολιτικής, όμως από την πλευρά του Κυριάκου Μητσοτάκη, σε μεγάλο βαθμό αφορούσε την προσπάθειά του να απευθυνθεί στο κομμάτι εκείνο της βάσης του δικού του κόμματος, που εκφράζει έντονη δυσαρέσκεια απέναντι στην εξωτερική πολιτική της κυβέρνησης και η οποία αυξήθηκε μετά και το πρωθυπουργικό ταξίδι στις ΗΠΑ και τα γεγονότα της συνάντησης Τραμπ- Ερντογάν και του ναυαγίου της συνάντησης Μητσοτάκη-Ερντογάν.
Και βέβαια αφορούσε και την προσπάθεια του πρωθυπουργού να αποκρούσει την έντονη κριτική που δέχεται για τα ζητήματα εξωτερικής πολιτικής μέσα από τη δική του παράταξη, με πρώτη την κριτική που διατυπώνουν οι δύο πρώην πρωθυπουργοί Κώστας Καραμανλής και Αντώνης Σαμαράς. Άλλωστε με αφορμή αυτή την κριτική ο κ. Μητσοτάκης αποφάσισε να διαγράψει τον τελευταίο.
Όσο για τη δυσαρέσκεια που υπάρχει στη βάση της ΝΔ απέναντι στην κυβέρνηση σε σχέση με τα ζητήματα εξωτερικής πολιτικής, τη διαπιστώνουν και οι ίδιοι οι «γαλάζιοι» βουλευτές, οι οποίοι επισκέπτονται τις εκλογικές τους περιφέρειες και την εισπράττουν, συνομιλώντας με τους πολίτες και ειδικά στη βόρεια Ελλάδα, όπου και οι διαρροές ψηφοφόρων στα δεξιά της ΝΔ είναι ακόμα μεγαλύτερες.
Εφ’ όλης της ύλης
Εξ ου και είναι ο ίδιος ο Κυριάκος Μητσοτάκης που ένιωσε την ανάγκη να διευρύνει τη συζήτηση στη Βουλή που είχε ζητήσει ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ Νίκος Ανδρουλάκης για το Παλαιστινιακό και να την κάνει εφ’ όλης της ύλης για την εξωτερική πολιτική.
Σε αυτό το πλαίσιο, ο πρωθυπουργός, επιχειρώντας να απευθυνθεί στο δεξιό ακροατήριο και προσπαθώντας να μαζέψει τις διαρροές στα δεξιά της ΝΔ, θέλησε να μιλήσει, για άλλη μια φορά, για «το νέο 12ετές επενδυτικό πρόγραμμα των Ενόπλων Δυνάμεων, ύψους 28 δισεκατομμυρίων ευρώ» και για τα Rafale και τις Belh@rra, για να πει ότι «σκοπός της πατρίδας μας είναι πάντα να διαθέτει ποιοτική υπεροχή έναντι οποιουδήποτε αντιπάλου της. Και για πρώτη φορά νομίζω ότι είμαστε σε θέση να πούμε ότι αυτός ο στόχος επιτυγχάνεται».
Και πρόσθεσε: «κάποιοι από τα έδρανα της Αριστεράς θα σπεύσουν να μας κατηγορήσουν για ‘μιλιταρισμό’. Θα διαφωνήσω. Πρόκειται για ρεαλισμό», κλείνοντας έτσι το μάτι σε όσους έλκονται από τον μιλιταρισμό.
Και επιχειρώντας να αμβλύνει τις εντυπώσεις που είχε αφήσει το πρωθυπουργικό ταξίδι στις ΗΠΑ, θέλησε να υποστηρίξει ότι «η θέση της πατρίδας μας» είναι «αναβαθμισμένη» και ότι «επιβεβαιώθηκε και με την παρουσία της Ελλάδος στη διεθνή Σύνοδο Κορυφής του Σάρμ Ελ Σέιχ, όπου υπεγράφη η πρώτη φάση της συμφωνίας ειρήνης για τη Γάζα», για να υποστηρίξει ακόμα ότι «η Ελλάδα, σε αντίθεση με όσα εμμονικά κάποιοι επαναλαμβάνουν, ήταν πάλι δρώσα σε όλες τις μεγάλες εξελίξεις».
Υπεράσπιση «ήρεμων νερών»
Κι έπειτα είπε τα εξής: «Αναρωτιέμαι, καθώς στη συνέχεια θα πάρουν τον λόγο και οι αρχηγοί των κομμάτων της αντιπολίτευσης: γιατί και πώς κάποιοι κατακρίνουν τόσο εύκολα αυτή την πολιτική των «ήρεμων νερών»; Τι θέλουμε, δηλαδή; Θέλουμε ταραγμένα νερά; Θέλουμε φουρτούνες; Θέλουμε ατυχήματα και εντάσεις;»
Και συνέχισε: «Θα συνιστούσα, λοιπόν, και σήμερα πολύ μεγαλύτερη αυτοσυγκράτηση στους ψευτοπατριώτες, που δηλώνουν πάντα ετοιμοπόλεμοι από την ασφάλεια του καναπέ τους, ή σε αυτούς που μάχονται ανώνυμα από τα «χαρακώματα» του υπολογιστή τους».
Για να πει στη συνέχεια ότι «ο Προέδρος Kennedy είχε πει κάποτε ότι ‘δεν πρέπει ποτέ να διαπραγματεύεσαι υπό το καθεστώς φόβου, όμως δεν πρέπει ταυτόχρονα να φοβάσαι και να διαπραγματεύεσαι’».
Με αυτόν τον τρόπο, όσο και αν έκανε αναφορά στους αρχηγούς των κομμάτων της αντιπολίτευσης που ήταν στη Βουλή, είναι σαφές ότι ο Κυριάκος Μητσοτάκης επιχειρεί να απευθυνθεί και εκτός Βουλής, σε όλους όσους του ασκούν κριτική για την πολιτική του στα ελληνοτουρκικά, με πρώτους βέβαια τους δύο πρώην πρωθυπουργούς Αντώνη Σαμαρά και Κώστα Καραμανλή.
Παρόλο που, μια μέρα μετά, ο κυβερνητικός εκπρόσωπος δεν θέλησε να αποδώσει τον χαρακτηρισμό «ψευτοπατριώτες του καναπέ» στους δύο πρώην πρωθυπουργούς, αλλά σε «όσους εκ του ασφαλούς διασπείρουν μία προπαγάνδα, που έχει ως σκοπό να πλήξει τη χώρα» (ΣΚΑΪ 100,3).
Περί «καναπέ»
Πάντως αντίστοιχη αναφορά περί «καναπέ», ο Κυριάκος Μητσοτάκης είχε κάνει πάλι, μία ημέρα πριν την τελευταία κοινή εμφάνιση Καραμανλή – Σαμαρά στο Πολεμικό Μουσείο και την παρουσίαση του βιβλίου του Σταύρου Λυγερού. Και εκείνη η αναφορά του ήταν απολύτως σαφές πού πήγαινε.
Τότε (16.6.2025) ο πρωθυπουργός είχε πει ότι «περιττεύουν οι υποδείξεις όσων ανησυχούν ξαφνικά από τον καναπέ τους» και ότι «δεν έχουμε ανάγκη κάθε τόσο από αυτόκλητους συμβουλάτορες, ιδίως στα εθνικά μας ζητήματα, πολύ περισσότερο όταν κάποιοι από αυτούς έχουν δοκιμαστεί σε αυτό το πεδίο χωρίς να έχουν πάρει κατ’ ανάγκη τον καλύτερο βαθμό».
Και βέβαια την επομένη από το Πολεμικό Μουσείο είχε εισπράξει τη σκληρή απάντηση του κ. Σαμαρά, ο οποίος είχε πει: «άκουσα χθές τον πρωθυπουργό να παραπονιέται για ’αυτόκλητους συμβουλάτορες του καναπέ’ στα εθνικά ζητήματα… Τόση αλαζονεία…. Πείτε του, να μην στεναχωριέται και να μη ζορίζεται. Δεν χρειάζεται να ακούει κανένα άλλον. Άλλωστε, έχει δίπλα του, τον Γεραπετρίτη, τον Ντόκο, όλο το ΕΛΙΑΜΕΠ. Αυτούς να ακούει…».
Περί «αδράνειας»
Αλλά τώρα ο κ. Μητσοτάκης στη χθεσινή συζήτηση στη Βουλή έκανε και μία άλλη αναφορά: Είπε πως η κυβέρνηση δεν επιδιώκει «τη διπλωματία της αδράνειας, αλλά τη διπλωματία της δράσης» και πως «η φοβική χώρα της αδράνειας και του περιθωρίου πέρασε, πλέον, ανεπιστρεπτί».
Φράσεις που φέρνουν στο νου την ευθεία επίθεση του Κυρ. Μητσοτάκη στον Κ. Καραμανλή, όταν είχε επιχειρήσει να απαξιώσει συνολικά την εξωτερική πολιτική της κυβέρνησης Καραμανλή, μιλώντας, μεταξύ άλλων, για «μακάρια ακινησία».
Ο Κώστας Καραμανλής δεν θέλησε να απαντήσει, επιλέγοντας ουσιαστικά να αγνοήσει τον πρωθυπουργό και να μην ανοίξει βεντέτα μαζί του, ενώ εδώ και καιρό διατυπώνει, με θεσμικό τρόπο, σαφή κριτική προς το μέγαρο Μαξίμου, μεταξύ άλλων και για τα ελληνοτουρκικά.
Στο Πολεμικό Μουσείο είχε σημειώσει ότι «δεν μπορεί και δεν πρέπει η Διακήρυξη των Αθηνών Περί Φιλίας και Καλής Γειτονίας και η λογική των ‘ήρεμων νερών’ να εμποδίζουν την ανάδειξη του νέο-οθωμανικού, αναθεωρητικού και επιθετικού χαρακτήρα της Τουρκίας», ενώ είχε προειδοποιήσει για «έναν σοβαρό κίνδυνο: Σταδιακά, βήμα – βήμα, ανεπαισθήτως (κατά Κωνσταντίνο Καβάφη) να περιέλθει η χώρα σε μη αναστρέψιμη κατάσταση ομηρίας έναντι της Τουρκίας».
Ο Αντ. Σαμαράς από την πλευρά του έχει αμφισβητήσει ευθέως και συνολικά την εξωτερική πολιτικής της κυβέρνησης.
Και η κριτική των δύο πρώην πρωθυπουργών αποτελεί σε αυτήν την περίοδο για τον Κυρ. Μητσοτάκη και τον μεγαλύτερό του πονοκέφαλο, ο οποίος έγινε ακόμα πιο έντονος μετά και την τελευταία τους συνύπαρξη στην Παλιά Βουλή.
IN.GR