

ΡεπορτάζΓιάννης Αγουρίδης
Πώς η συνεχιζόμενη ακρίβεια ισοπεδώνει το πραγματικό εισόδημα, με το μεγάλο πρόβλημα να εντοπίζεται στα φτωχότερα νοικοκυριά
Η ημέρα της Μαρμότας αποτελεί έθιμο κυρίως στην Πενσυλβάνια των ΗΠΑ και τον Καναδά, με καταγωγή από τη Γερμανία του 18ου αιώνος κατά το οποίο κάθε δεύτερη μέρα του Φεβρουαρίου οι ακόλουθοι του εθίμου συγκεντρώνονται και βασίζουν τις μετεωρολογικές προβλέψεις τους στο αν η μαρμότα (είδος τρωκτικού) θα αναγνωρίσει τη σκιά της, κάτι το οποίο σημαίνει ότι ο Χειμώνας έχει πρακτικά τελειώσει ή αν θα την αναγνωρίσει και θα επιστρέψει πίσω στη φωλιά της που ερμηνεύεται ότι ο χειμώνας θα διαρκέσει ακόμη έξι εβδομάδες. ‘Οπως είναι προφανές, η επιτυχία μιας τέτοιας πρόβλεψης παρουσιάζει αρκετά μικρή πιθανότητα.
Σε αυτό το στοιχεία βασίστηκε και η Μέρα της Μαρμότας, η οποία είναι αμερικανική κωμωδία φαντασίας, παραγωγής 1993. Η ιστορία ακολουθεί τον Φιλ Κόνορς, έναν αλαζονικό μετεωρολόγο της τηλεόρασης, ο οποίος κατά τη διάρκεια ενός ρεπορτάζ στο Πανξατόνι της Πενσυλβάνια στην ετήσια Μέρα της Μαρμότας, βρίσκει τον εαυτό του παγιδευμένο στον χρόνο και αναγκασμένο να ζει την ίδια μέρα ξανά και ξανά. Σε αυτήν την φάση βρίσκονται και οι Έλληνες καταναλωτές, οι οποίοι ακούν -επί 4,5 χρόνια- ότι θα σταματήσουν οι ανατιμήσεις στην ελληνική αγορά, κάτι το οποίο δε συμβαίνει ποτέ. Αντίθετα, αυτό που επαναλαμβάνεται ξανά και ξανά είναι η άνοδος των τιμών και η εντεινόμενη αδυναμία των καταναλωτών να ανταποκριθούν στις υποχρεώσεις τους. Αυτό αφορά κυρίως τα φτωχότερα τμήματα του πληθυσμού, αποτελώντας ένα πολύ σημαντικό κοινωνικό και οικονομικό πρόβλημα, το οποίο η κυβέρνηση δε δείχνει τη διάθεση να επιλύσει.
Το μεγάλο πρόβλημα στα φτωχότερα νοικοκυριά
Γεγονός είναι πως οι ανισότητες παραμένουν σε υψηλά επίπεδα, με τα φτωχά νοικοκυριά να καλούνται να επιβιώσουν με εισοδήματα που επαρκούν μόλις για τα απολύτως απαραίτητα, την ώρα που η ακρίβεια βρίσκεται στα ύψη.
Σύμφωνα με τα στοιχεία της Έρευνας Οικογενειακών Προϋπολογισμών που παραθέτει το ΚΕΠΕ, το χάσμα μεταξύ φτωχών και μη φτωχών νοικοκυριών είναι τεράστιο. Ενώ η μέση μηνιαία δαπάνη για τα μη φτωχά νοικοκυριά ανέρχεται στα 1.220,15 ευρώ, τα φτωχά νοικοκυριά αναγκάζονται να ζουν με μέση ισοδύναμη μηνιαία δαπάνη μόλις 392,32 ευρώ.
Το πρόβλημα για τα φτωχότερα στρώματα δεν είναι μόνο το ύψος του εισοδήματος, αλλά και ο τρόπος που αυτό αναγκαστικά δαπανάται. Η έκθεση επισημαίνει ότι στα φτωχά νοικοκυριά, το 56,7% της μηνιαίας δαπάνης τους κατευθύνεται αποκλειστικά σε είδη διατροφής και σε δαπάνες στέγασης. Αντίθετα, το αντίστοιχο ποσοστό για τα μη φτωχά νοικοκυριά περιορίζεται στο 34,3%.

Αυτή η διαφοροποίηση καθιστά τους οικονομικά ασθενέστερους πολύ πιο ευάλωτους στον πληθωρισμό. Καθώς οι τιμές στα τρόφιμα και τα ενοίκια έχουν αυξηθεί περισσότερο από τον γενικό δείκτη τιμών, τα νοικοκυριά που βρίσκονται χαμηλότερα στην εισοδηματική κατανομή αντιμετωπίζουν στην πράξη υψηλότερο πληθωρισμό από τα πλουσιότερα.
Παρά τη σημαντική αύξηση της απασχόλησης και τις ονομαστικές αυξήσεις στον κατώτατο μισθό (κατά 35% συνολικά από το 2019), η πραγματική αγοραστική δύναμη των πολιτών έχει δεχθεί ισχυρό πλήγμα.
Το πρώτο τρίμηνο του 2025, το πραγματικό διαθέσιμο εισόδημα των νοικοκυριών μειώθηκε κατά 3,3%. Οι ονομαστικές αυξήσεις μισθών το πρώτο εξάμηνο του 2025 (3,8% και 3,2%) μεταφράστηκαν σε πραγματικές μειώσεις (-0,5% και -1,1%), καθώς ο πληθωρισμός «έτρεξε» με υψηλότερο ρυθμό.
Ως αποτέλεσμα, η Ελλάδα καταγράφει ένα από τα χαμηλότερα επίπεδα μέσου εισοδήματος σε όρους αγοραστικής δύναμης (PPS) στην Ευρωπαϊκή Ένωση.
Αναζητούν φθηνότερα προϊόντα
Είναι χαρακτηριστικό ότι στην έρευνα της EY Ελλάδας καταγράφεται αυξημένη τάση των καταναλωτών να αλλάξουν μάρκες που συνήθως αγοράζουν, καθώς αναζητούν καλύτερες τιμές. Ειδικότερα, η καλύτερη τιμή αποτελεί το κυρίαρχο κριτήριο επιλογής εμπορικής επιχείρησης για την πλειονότητα των καταναλωτών, με τις εκπτώσεις, τις προσφορές και τη βολική τοποθεσία του καταστήματος να ακολουθούν.
Προκειμένου να αποκομίσουν μεγαλύτερη αξία από τις αγορές τους, επιλέγουν φθηνότερες μάρκες με παρόμοια ποιότητα (43%), αγοράζουν από εκπτωτικά καταστήματα ή σούπερ μάρκετ (41%), αναβάλλουν την αγορά μέχρι να μπουν τα προϊόντα σε προσφορά (37%) και στρέφονται σε προϊόντα private label (36%).
Το 26% των ερωτώμενων, από 37% πέρυσι, δηλώνει ότι ψωνίζει περισσότερα προϊόντα ιδιωτικής ετικέτας, ενώ το 70% αγοράζει, πλέον, επώνυμα προϊόντα μόνο όταν είναι σε έκπτωση ή προσφορά. Παράλληλα, τέσσερις στους πέντε καταναλωτές (79%) έχουν παρατηρήσει ότι κάποια brands έχουν μειώσει το μέγεθος συσκευασίας των προϊόντων τους, ενώ οι τιμές τους είναι ίδιες ή υψηλότερες.
Οι αγορές των Χριστουγέννων
Χαρακτηριστικά είναι τα ευρήματα έρευνας της Klarna, σύμφωνα με την οποία η ακρίβεια αποτελεί καθοριστικό παράγοντα στις αγορές των Χριστουγέννων για περισσότερους από 9 στους 10 Έλληνες (95,1%). Επίσης, το 46,9% θα αναζητήσει πιο οικονομικά προϊόντα, το 37,9% θα περιορίσει τις δαπάνες σε μη απαραίτητα είδη, το 31,3% θα αγοράσει μόνο εφόσον υπάρχει προσφορά, το 23% θα οργανώσει με πιο οικονομικό τρόπο το γιορτινό τραπέζι και το 21% σκοπεύει να αγοράσει λιγότερα δώρα.
Οι αυξημένες τιμές στα κρέατα και στα παραδοσιακά γλυκά των Χριστουγέννων έχουν εκτοξεύσει το κόστος για το φετινό εορταστικό τραπέζι κατά 16%-20%, σύμφωνα με το ΙΝΚΑ Γενική Ομοσπονδία Καταναλωτών Ελλάδας. Και πώς να μην είναι ακριβότερο το φετινό χριστουγεννιάτικο τραπέζι σε σχέση με το περυσινό όταν το κρέας έχει αυξηθεί σε ποσοστό πάνω από 10%, ενώ 1 με 2 ευρώ ακριβότερα πωλούνται κουραμπιέδες και μελομακάρονα. Σύμφωνα με το ΙΝΚΑ, φέτος το κόστος του εορταστικού τραπεζιού για μια τετραμελή οικογένεια θα ανέλθει στα 187 ευρώ από 156 ευρώ πέρυσι, καταγράφοντας αύξηση κατά 31 ευρώ.
Πηγή: ot












