Ο Νίκος Γιούτσος αγαπήθηκε όσο λίγοι από τον κόσμο του Ολυμπιακού γράφοντας το όνομά του με χρυσά γράμματα στην ιστορία του συλλόγου
Τα δάχτυλα προσπαθούν να βάλουν τα πλήκτρα σε μια σειρά, ώστε ν’ αποδώσουν το μέγεθος του ανδρός σε όλο του το μεγαλείο.
Τρεμάμενα κι αυτά ψάχνουν τις λέξεις. Σε σύγχυση νους, καρδιά κι ένας κόμπος στο στομάχι. Αποδιοργάνωση πλήρης.
Έτσι είναι όταν χάνονται αγάπες και μύθοι. Και σήμερα το απομεσήμερο δεν χάθηκε απλά ένας μύθος του Ολυμπιακού. Για να’ μαστε ακριβείς με την ιστορία, χάθηκε ένας «μπουρλοτιέρης» για τον κόσμο της ομάδας του λιμανιού.
Ένας γίγαντας που θα συνεχίζει όμως να μπαίνει στις καρδιές των εκατομμυρίων οπαδών του Ολυμπιακού και θα μπαίνει για γενιές ακόμα.
Όσο οι παλιοί θα φροντίζουν να λένε στους νέους εκείνα τα μεγάλα ονείρατα στο παλιό Καραϊσκάκη.
Μοιάζαν με παραμύθια οι ποδοσφαιρικές ιστορίες του Νίκου Γιούτσου, που έφυγε σήμερα από τη ζωή σε ηλικία 81 ετών, βυθίζοντας στο πένθος την οικογένεια του Ολυμπιακού και το ελληνικό ποδόσφαιρο.
Η ζωή του όμως δεν ήταν παραμύθι. Ήταν ζόρικη, σκληρή, δύσκολη. Μπορείτε να βάλετε όποιον χαρακτηρισμό θέλετε, αρκεί να αναφέρεστε σε πόνο, προσφυγιά, ξεριζωμό και κυνηγητό.
Πολιτικός πρόσφυγας στην Ουγγαρία
Κυνηγήθηκε μικρός ο Νίκος. Αλύπητα. Κι αυτός και η οικογένειά του ξεριζώθηκαν απ’ τα χώματα της Καστοριάς όπου γεννήθηκε, για να πάνε στην Ουγγαρία. Για να γλυτώσουν τις ζωές τους όπως χαρακτηριστικά τους είπαν. Γιατί ήταν αριστεροί.
Πολιτικός πρόσφυγας, μαζί με την μητέρα και την αδερφή του. Κυνηγημένος σε χρόνια δύσκολα μα η ζωή, του είχε γραμμένα πολλά. Και του τα ‘χε γραμμένα κόκκινα.
Τόσο κόκκινα, που όπως έλεγε και κάποιος στο παλιό Καραϊσκάκη. «Ο Γιούτσος δεν θα μπορούσε να παίξει σε άλλη ομάδα. Γεννήθηκε Ολυμπιακός ο Νίκος.
Κόκκινος απ’ τα γενοφάσκια της μάνας του μέχρι το τέλος. Κόκκινος ήρθε στον ντουνιά και κόκκινος έφυγε».
Όπως είχε πει κι ο ίδιος σε συνεντεύξεις του, τον απειλούσαν ακόμα και την ώρα του αγώνα. «Παλιοκομμουνιστή θα πεθάνεις, μου έλεγαν».
Υπήρξε απ’ τα μικράτα του βιρτουόζος της μπάλας και οι Ούγγροι δεν έχασαν την ευκαιρία. Μεγάλη ποδοσφαιρική σχολή οι Μαγυάροι κι εκεί ο Νίκος έμαθε πολλά.
Με καρδιά λιονταριού και πεισματωμένος από τις κακουχίες της ζωής, έκανε άλματα παίζοντας στην Τσέπελ.
Και μετά εμφανίστηκε ο Ολυμπιακός. Το κόκκινο της ζωής του.
Μια μυθική καριέρα ξεσηκώνοντας τα πλήθη
Είναι άραγε ο όρος «μπουρλοτιέρης» ικανός να περιγράψει την παρουσία του Νίκου Γιούτσου στην ομάδα του μεγάλου λιμανιού; Υπάρχει ίχνος υπερβολής;
Μα αν δεν ήταν «μπουρλοτιέρης» ο Γιούτσος, τότε ποιος; Ο κόσμος του Ολυμπιακού περίμενε μια κούρσα, μια κίνηση, ένα γκολ του Νίκου, σαν συστατικό αρχαίας μυσταγωγίας.
Για να ξεκινήσει μια ανεπανάληπτη «έκρηξη ηφαιστείου». Με κορμιά να τινάζονται μονομιάς απ’ τα τσιμέντα του «Καραϊσκάκη» και τις φωνητικές χορδές να δοκιμάζουν τις αντοχές του δέρματος.
«Έμπαινε Γιούτσο, έμπαινε» ούρλιαζαν τα πλήθη και το σύνθημα δονούσε τον ουρανό. Απ’ το Καραϊσκάκη στο Μακρυχώρι της Καστοριάς και μέχρι την Ουγγαρία.
Εκεί που είχε περπατήσει ο Νίκος αφήνοντας «οργωμένο» το χορτάρι.
Κι αυτός όμως, θαρρείς περίμενε κι αυτός, ν’ ακούσει τη λαοθάλασσα να ξεκινάει το…έμπαινε.
Κι έμπαινε ασταμάτητα ο Γιούτσος για να γίνει σύνθημα και τραγούδι. Υπήρξε αναμφίβολα ένα πολύ μεγάλο «δέσιμο» ανάμεσα στον Γιούτσο και τον κόσμο του Ολυμπιακού.
Και για να είμαστε ακριβείς λίγοι παίκτες δέθηκαν τόσο πολύ με τους οπαδούς των πειραιωτών.
Και σ’ αυτό έπαιξε μεγάλο ρόλο όχι μόνο η απίστευτη ποδοσφαιρική ποιότητα του Γιούτσου. Οι οπαδοί των «ερυθρόλευκων» διέκριναν αμέσως την παλικαριά και την αυθεντικότητα του Νίκου και τα εκτίμησαν και τα δύο. Ήταν ένα παλικάρι δικό τους, ο Γιούτσος. Λες και γεννήθηκε στην άκρη της θάλασσας του Περαία.
Η συνύπαρξη με τον Μπούκοβι
Αναφερθήκαμε στον πρόλογο, στα δύσκολα παιδικά χρόνια που έζησε ο Νίκος Γιούτσος στην Ουγγαρία.
Αναγκάστηκε να φύγει από την Καστοριά στον εμφύλιο γιατί η οικογένειά του ήταν αριστερή και βρήκε σπιτικό στην Ουγγαρία. Όπως τόσοι και τόσοι που κυνηγήθηκαν ανελέητα εκείνα τα χρόνια.
Η μοίρα όμως τα χε κανονίσει όλα θαρρείς και θέλησε να ξεπληρώσει τα «φαρμάκια» στον Νίκο. Και του δώσε απλόχερα αγάπη και δόξα.
Ο Γιούτσος πήρε μεταγραφή στον Ολυμπιακό το 1964, με την πολύτιμη συμβολή του Άρη Χρυσαφόπουλου και λίγο αργότερα θα έπιανε λιμάνι ο Μάρτον Μπούκοβι.
Ο Ούγγρος δάσκαλος θα στηριχθεί στον Γιούτσο και οι δυο τους θ’ αφήσουν έντονο αποτύπωμα στην ιστορία του συλλόγου.
«Του Μπούκοβι την ομαδάρα, τη λένε Ολυμπιακάρα» τραγουδούσε με περηφάνια ο κόσμος του Ολυμπιακού και όταν ξεκινούσε η επέλαση, τότε έπαιρνε σειρά το «έμπαινε Γιούτσο».
Ένας «στρατιώτης» του Ολυμπιακού
Ο Γιούτσος φόρεσε την φανέλα του Ολυμπιακού για δέκα χρόνια από το 1964 μέχρι το 1974.
Όσοι όμως γνώριζαν τον Νίκο, λένε μόνο τούτο. «Η ριγωτή ερυθρόλευκη φανέλα δεν βγήκε ποτέ από πάνω του. Ένα με το δέρμα και στην καρδιά ήταν πάντα ο δαφνοστεφανωμένος έφηβος».
Ο Γιούτσος υπήρξε «στρατιώτης» του Ολυμπιακού βοηθώντας την ομάδα του από πολλά πόστα, ακόμα και σαν προπονητής.
Έτσι είχε μάθει κι έτσι έκανε. Για τον Ολυμπιακό του, για την ερυθρόλευκη φανέλα. Ήταν πάντα εκεί όταν ο θρύλος ήθελε την βοήθειά του κι αυτός την πρόσφερε απλόχερα.
Η σημερινή μέρα είναι βαριά για τον λαοφιλέστερο σύλλογο της χώρας. Οι σημαίες μεσίστιες.
Αλλά οι φωνές πάντα έτοιμες για ένα τελευταίο και πιο δυνατό, «έμπαινε Γιούτσο, έμπαινε». Για ν’ ακουστεί ξανά στον Πειραιά, στο Μακρυχώρι και στην Ουγγαρία ακόμα.
Για ν’ ακούσει και ψηλά πάνω ο Μπούκοβι.