ΑνάλυσηΚυριάκος Δημάγγελος
Αυξάνονται οι πολιτικοί σχηματισμοί που στοχεύουν στους ψηφοφόρους που τοποθετούνται ιδεολογικά στο χώρο που ορίζεται ως αριστερά και κεντροαριστερά, ωστόσο η «πηγή» φαίνεται να στερεύει. Μπορεί να αντιστραφεί η τάση αυτή;
Τον Νίκο Ανδρουλάκη, τον Σωκράτη Φάμελλο, τον Αλέξη Χαρίτση και τον Στέφανο Κασσελάκη τους χωρίζουν πολλά, με ορισμένα να έρχονται από το μακρινό παρελθόν και άλλα από τις διαιρέσεις των τελευταίων ετών. Ωστόσο, τους τέσσερεις πολιτικούς ηγέτες τους ενώνουν σήμερα δυο βασικά στοιχεία. Το πρώτο είναι η επιθυμία τους να «κερδίσουν» την αριστερή και κεντροαριστερή δεξαμενή ψηφοφόρων και το δεύτερο ο στόχος να νικήσουν τον Κυριάκο Μητσοτάκη. Και τα δυο, ωστόσο, επιθυμίες παραμένουν μέχρι στιγμής, ανεδαφικοί στόχοι τόσο γιατί ο Κυριάκος Μητσοτάκης εμφανίζεται ακόμα να είναι ο ισχυρότερος παίκτης του πολιτικού συστήματος όσο όμως και γιατί η κρίση εκπροσώπησης έχει «χτυπήσει» τον χώρο που ορίζεται ως αριστερά και κεντροαριστερά με τρόπο ασύμμετρο.
Τις τελευταίες ημέρες, το ΠΑΣΟΚ δείχνει να έχει πάρει τα πάνω του εκμεταλλευόμενο τη συγκυρία. Οι περισσότερες δημοσκοπήσεις το δείχνουν να βρίσκεται σταθερά πάνω από 15% ενώ ο ΣΥΡΙΖΑ βυθιζόταν εκλογικά λόγω της δεύτερης διάσπασης σε διάστημα ενός χρόνου.
Μπορούμε όμως να μιλήσουμε σήμερα για ηγέτιδα δύναμη στον χώρο της κεντροαριστεράς; Η απάντηση των περισσότερων αναλυτών είναι αρνητική καθώς το ΠΑΣΟΚ παρά την δημοσκοπική άνοδο δεν έχει δείξει ούτε σημάδια σταθεροποίησης ούτε όμως ρόλο πρωταγωνιστή στην αντιπολίτευση απέναντι στη κυβέρνηση. Για αυτόν ακριβώς τον λόγο, πολλοί μιλάνε για κενό εξουσίας στον χώρο της κεντροαριστεράς και όχι για αλλαγή σκυτάλης.
Ο πολιτικός χάρτης
Ποιος είναι όμως ο πολιτικός χάρτης της αριστεράς και της κεντροαριστεράς; Στην τελευταία δημοσκόπηση που είδε το φως της δημοσιότητας τα τέσσερα κόμματα μαζί συγκεντρώνουν ένα ποσοστό που φτάνει μετά βίας το 30%.
Πιο συγκεκριμένα, το ΠΑΣΟΚ συγκεντρώνει ποσοστό 15,7%, το κόμμα Κασσελάκη 7%, ο ΣΥΡΙΖΑ 4,3%, η Νέα Αριστερά μόλις 2,5%, ενώ η Νέα Δημοκρατία μόνη της φτάνει το 27,2%. Την ίδια ώρα, η δημοσκόπηση της GPO έδειξε μια αντίστοιχη κατάσταση παρά το γεγονός πως το κόμμα Κασσελάκη δεν μετρήθηκε. Πιο συγκεκριμένα, το ΠΑΣΟΚ εμφανίζει ποσοστό της τάξης του 17,4%, ο ΣΥΡΙΖΑ με 5,8%, ενώ η Νέα Αριστερά μόλις 1,7%, όταν η Νέα Δημοκρατία συγκεντρώνει το 25,8%.
Οι αριθμοί αυτοί δεν περνούν απαρατήρητοι από τα κομματικά επιτελεία παρά το γεγονός πως το κάθε κόμμα – για λόγους πολιτικής επιβίωσης- υπερασπίζεται τον μοναχικό δρόμο προς τις κάλπες. Για πολλούς τόσο εντός της Χαριλάου Τρικούπη όσο όμως και της Κουμουνδούρου, το ερώτημα είναι ποιος θα κυριαρχήσει στον χώρο. Για άλλους, ωστόσο, που έχουν την δυνατότητα να βλέπουν την μεγάλη εικόνα το ερώτημα είναι πως θα μεγαλώσει η δεξαμενή της αριστεράς και της κεντροαριστεράς ώστε η νίκη επί της δεξιάς να μπορεί να πάρει σάρκα και οστά.
Εδραιωμένο έλλειμμα εμπιστοσύνης
Τόσο το ΠΑΣΟΚ όσο και ο ΣΥΡΙΖΑ είναι δυο κόμματα που αναδείχθηκαν ως αντί-συστημικά ωστόσο στην πάροδο του χρόνου «ενσωματώθηκαν», κρατικοποιήθηκαν, απομακρύνθηκαν από την κοινωνική τους βάση, ενώ στα χρόνια των μνημονίων έβαλαν την υπογραφή τους στο πρώτο και στο τρίτο, γεννώντας απογοήτευση. Τα κόμματα αυτά που σε διαφορετικούς χρόνους και για διαφορετικούς λόγους διέψευσαν προσδοκίες και ελπίδες, ακόμα και σήμερα πληρώνουν αυτή τους την επιλογή.
Ο Κώστας Ελευθερίου, επίκουρος καθηγητής Πολιτικής και Ιστορικής Κοινωνιολογίας στο ΔΠΘ, σημείωνε λίγο μετά τις ευρωεκλογές πως «υπάρχει ένα εδραιωμένο έλλειμμα εμπιστοσύνης που δεξιώνονται τα κόμματα αυτού του χώρου, που δεν τoυς επέτρεψε να εμφανιστούν ως εναλλακτική προς την ΝΔ και που σε μεγάλο βαθμό τροφοδότησε την αποχή» και συμπλήρωνε πως «δεν είναι δυνατόν να αντιμετωπιστεί η κρίση εκπροσώπησης με πρακτικές και αντιλήψεις που έχουν απαξιωθεί στη συνείδηση της κοινωνίας. Από τη στιγμή που τα πολιτικά υποκείμενα βρίσκονται σε δομική κρίση, η οποία είναι αποτέλεσμα επιλογών που έκαναν τα ίδια, για να κινητοποιήσουν ξανά την κοινωνία πρέπει να κάνουν αυτοκριτική.»
» Να ξαναδούν τα ‘τραύματα’ της κυβερνητικής τους περιόδου μέσα στην οικονομική κρίση – το ΠΑΣΟΚ για το 2010-2014 και ο ΣΥΡΙΖΑ (και η Νέα Αριστερά) για το 2015-2019. Να εντοπίσουν τι τα απομάκρυνε από την κοινωνία. Και να πάψουν να μιλούν διαρκώς με όρους μιας κάποιας «ιστορικής δικαίωσης» που δεν αφορά κανέναν πλην των κομματικών τους ελίτ».
Σε αυτό το συμπέρασμα καταλήγουν μια σειρά αναλυτών που θεωρούν πως για να ξεπεραστεί η δομική κρίση στην ευρύτερη κεντροαριστερά χρειάζονται ουσιαστικά και δομικά μέτρα.
Άμεση δράση
Εκεί που τελειώνουν όμως οι αναλύσεις ξεκινούν οι πολιτικές εκτιμήσεις που συνήθως είναι πιο κυνικές και εστιάζουν στην πολιτική επικράτηση και επιβίωση σε χρόνο ενεστώτα. Σε θεωρητικό επίπεδο, ο Ν. Ανδρουλάκης και ο Σ. Φάμελλος μπορούν με χαρακτηριστική ευκολία να επικοινωνούν και να συμφωνούν σε κοινές πρωτοβουλίες στη Βουλή και στο κοινωνικό πεδίο. Είναι εξίσου διαλλακτικοί, αποφεύγουν και οι δύο τις εντάσεις και την τοξικότητα ενώ και ιδεολογικά τους ενώνουν περισσότερα από αυτά που τους χωρίζουν.
Το ίδιο ισχύει όμως και μεταξύ των δυο και του Αλέξη Χαρίτση. Ο Νίκος Ανδρουλάκης είναι γνωστό πως εκτιμάει δεόντως ορισμένα κεντρικά στελέχη της Νέας Αριστεράς, ενώ ο Σωκράτης Φάμελλος και ο Αλέξης Χαρίτσης ήταν υπουργοί στο ίδιο υπουργικό ενώ οι σχέσεις τους δεν ήταν τεταμένες ακόμα και τις πλέον σκληρές εποχές.
Ο Στέφανος Κασσελάκης από την άλλη πλευρά φαίνεται πως έχει και θα συνεχίσει να έχει έναν μοναχικό ρόλο. Ο πρώην πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ αποχώρησε από τη Κουμουνδούρου καταγγέλλοντας το πρώην κόμμα του για έλλειμα δημοκρατίας ενώ τα στελέχη της Νέας Αριστεράς τα έχει χαρακτηρίσει πολλάκις ως αποστάτες. Φυσικά, τα συναισθήματα μίσους χαρακτηρίζουν και τις άλλες πλευρές προς τον Στέφανο Κασσελάκη. Όσον αφορά τις σχέσεις ΠΑΣΟΚ και Κασσελάκη εκεί τα πράγματα είναι πιο περίπλοκα. Ο αρχηγός του «Κινήματος Δημοκρατίας» βλέπει με θετικό μάτι την Τρικούπη, όμως όπως πληροφορούμαστε ο Νίκος Ανδρουλάκης δεν θρέφει καμία εκτίμηση προς το πρόσωπο του Στέφανου Κασσελάκη. Οι δυο άνδρες άλλωστε φαίνεται να είναι διαμετρικά αντίθετοι.
IN.GR