Ενώ ο πληθωρισμός στα τρόφιμα τραβά ξανά την ανηφόρα, στα αγροτικά προϊόντα παρατηρείται το εξής παράδοξο: Οι τιμές παραγωγού μειώθηκαν ως -14,4% στα λαχανικά, ενώ στη λιανική αυξήθηκαν 3%
Συνήθως όσοι διαμαρτύρονται για την ακρίβεια στα τρόφιμα εστιάζουν στην ψαλίδα ανάμεσα στις τιμές παραγωγού και τις τιμές καταναλωτή. Είναι ένα φαινόμενο που το έχουν επισημάνει επανειλημμένα καταναλωτικές ενώσεις και αγροτικοί συνεταιρισμοί, κάνοντας λόγο για κερδοσκοπικές στρεβλώσεις σε κρίκους της αλυσίδας των τροφίμων. Το έχει ερευνήσει η Επιτροπή Ανταγωνισμού –εκδίδοντας σχετικές οδηγίες για τους αγρότες, ενώ έχει μπει στο μικροσκόπιο και των ελεγκτικών μηχανισμών του υπουργείου Ανάπτυξης.
Μέχρι στιγμής πάντως οι έλεγχοι για καρτέλ στα τρόφιμα δεν έχουν αποφέρει εντυπωσιακούς καρπούς. Πλην κάποιων ηχηρών μεν αλλά μεμονωμένων περιπτώσεων επιβολής προστίμων σε επιχειρήσεις για αθέμιτη κερδοσκοπία, που λειτουργούν κυρίως ως επικοινωνιακο πυροτέχνημα, για να ξεχαστούν σε λίγες ημέρες.
Μπορεί η αίσθηση της «καρτελοποίησης» να είναι διάχυτη, αλλά αν δεν υπάρχουν ατράνταχτες αποδείξεις παραμένει στο επίπεδο της γενικόλογης καταγγελίας.
Υπάρχουν όμως αποχρώσες ενδείξεις, και αυτές δεν είναι αμελητέες.
Το πιο συνηθισμένο επιχείρημα των παραγωγών, όταν θέλουν να μιλήσουν για καρτέλ, είναι ότι εκείνοι πουλάνε τα προϊόντα τους φθηνά και οι καταναλωτές τα αγοράζουν με καπέλο που φτάνει ως και 300%.
Μίλα μου για μήλα
Ο αντίλογος, από την πλευρά των προμηθευτών (μεταποίηση, χονδρέμποροι), είναι ότι μεσολαβούν πολλαπλά κόστη που δεν μπορούν να απαλειφθούν.
Χαρακτηριστική και κατατοπιστική ήταν η απάντηση που έδωσε ο Σύνδεσμος Εμπόρων Κεντρικής Λαχαναγοράς Αθηνών, για το πώς τα μήλα στάρκιν φεύγουν από τον παραγωγό με 70 λεπτά και φτάνουν στο ράφι με τιμή (κατ’ελάχιστον) 1,70 το κιλό.
Ενώ οι τιμές παραγωγού σε λαχανικά και κηπευτικά μειώθηκαν τον Αύγουστο κατά -14,4%, στη λιανική ακρίβυναν 3%
Η ανάλυση των εξόδων στην πορεία της διαμόρφωσης της τιμής από την παραγωγή ως τη λιανική δίνει μια πειστική εικόνα: 0,70€/κιλό παραγωγός, 0,10€/κιλό εργάτες συγκομιδής, 0,20€/κιλό αποθήκευση, ψυγεία, 0,15€/κιλό εργαζόμενοι για μεταφορά από ψυγείο στο τελάρο, 0,07€/κιλό μεταφορικά (ανάλογα με το ύψος των καυσίμων), 0,35€/κιλό έξοδα συσκευασίας, 0,13€/κιλό ΦΠΑ, φορτωτικά, διαλογή, φύρα, κέρδος εμπόρων.
Φθηνότερα τρόφιμα στο χωράφι
Το παραπάνω παράδειγμα εξηγεί τη διαφορά στην τιμή από το χωράφι στο ράφι, κάποιες απορίες παραμένουν. Μία από αυτές είναι το πώς γίνεται να μειώνεται η τιμή παραγωγού και να αυξάνεται η τιμή λιανικής. Αυτό το παράδοξο φαινόμενο παρατηρείται με βάση τα τελευταία στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ για τις τιμές των αγροτικών προϊόντων.
Συγκεκριμένα ο Γενικός Δείκτης Τιμών Εκροών στη Γεωργία–Κτηνοτροφία τον Αύγουστο, παρουσίασε μείωση -4,1% (-4,6% στη φυτική παραγωγή) σε σύγκριση με τον αντίστοιχο δείκτη του Αυγούστου 2023.
Αντιθέτως, οι δείκτες τιμών λιανικής σε νωπά τρόφιμα – που διατίθενται σχετικά γρήγορα στην κατανάλωση- αυξήθηκαν τόσο τον Αύγουστο όσο και τον Σεπτέμβριο, από 3% ως 7,7%.
Η αντίθεση είναι πιο έντονη στα αγροτικά προϊόντα. Ενώ οι τιμές παραγωγού σε λαχανικά και κηπευτικά μειώθηκαν τον Αύγουστο κατά -14,4%, στη λιανική τα λαχανικά ακρίβυναν τον Αύγουστο 3%, σε ετήσια βάση.
Τον Σεπτέμβριο του 2024 οι τιμές λιανικής στα λαχανικά παρέμειναν στα ίδια επίπεδα με πέρυσι, ενώ η μηνιαία αύξηση ήταν 7%.
Στα φρούτα η μείωση στις τιμές παραγωγού κατά -1,1% μεταφέρεται στη λιανική τον Αύγουστο. Τον Σεπτέμβριο, αποτέλεσμα της μειωμένης παραγωγής λόγω ξηρασίας, ακολουθεί ετήσια αύξηση 7,7% και 9,1% σε μηνιαία βάση.
Η ψαλίδα στα τρόφιμα
Όπως επισημαίνει η έκθεση της Οικονομικής Κοινωνικής Επιτροπής για την ακρίβεια, ειδικά στα αγροδιατροφικά προϊόντα η κατανομή του πληθωρισμού στην Ελλάδα έχει διαφορετικά χαρακτηριστκά από ό,τι στην υπόλοιπη Ευρώπη
Ενώ στην ΕΕ οι οι τιμές παραγωγού τα τελευταία χρόνια αυξήθηκαν γρηγορότερα από τις τιμές καταναλωτή, στην Ελλάδα συνέβη το αντίθετο: οι τιμές στο χωράφι δεν ακολούθησαν τις τιμές καταναλωτή, έχοντας ως αποτέλεσμα το άνοιγμα της ψαλίδας που ήδη υπήρχε.
Αλλά και πριν το 2022, η αύξηση των τιμών καταναλωτή στην Ελλάδα ήταν υψηλότερη από την αύξηση των τιμών παραγωγού – κάτι που μέχρι τότε συνέβαινε και στην υπόλοιπη Ευρώπη.
Οι τιμές λιανικής των τροφίμων στην Ελλάδα έχουν αυξηθεί κατά 25,4% σε σχέση με το 2015. Οι τιμές παραγωγού αυξήθηκαν το ίδιο διάστημα κατά 18,2%.
Η αύξηση και των δύο δεικτών είχε ξεκινήσει πριν την πανδημία του 2019 και συνεχίστηκε με ακόμα πιο ραγδαίους ρυθμούς μετά την έναρξη του πολέμου στην Ουκρανία το 2022
Η ΟΚΕ επισημαίνει ότι θα πρέπει να εξεταστεί και κατά πόσο το άνοιγμα της ψαλίδας εις βάρος του παραγωγού μπορεί να οφείλεται σε δυσανάλογη αύξηση των συντελεστών κόστους των επιχειρήσεων της εφοδιαστικής αλυσίδας της Ελλάδας σε σχέση με αυτών της υπόλοιπης ΕΕ.
Υστέρηση σε υποδομές
Η υστέρηση της χώρας σε υποδομές εφοδιαστικής αλυσίδας (βλ. κέντρα αποθήκευσης, διασύνδεση με σιδηρόδρομο για εμπορευματικές μεταφορές με συνέπεια την εξάρτηση από τις ακριβότερες συγκριτικά οδικές μεταφορές κλπ) είναι δυνατόν να ασκεί επίδραση, τόσο στο επίπεδο κοστολογίων, όσο και στην μεταβολή τους, όταν αυξάνονται οι τιμές καυσίμων.
Η διαφοροποίηση κόστους μεταξύ των ελληνικών και των άλλων ευρωπαϊκών επιχειρήσεων της εφοδιαστικής αλυσίδας αυξάνει το χάσμα ανταγωνιστικότητας των επιχειρήσεων στον πρωτογενή τομέα, και πιθανόν εν μέρει εξηγεί τη δυσανάλογη ψαλίδα των τιμών από το χωράφι στο ράφι.
IN.GR